Inner knives



Το  ζευγαράκι  προσέγγιζε το απρόσιτο σημείο κοντά στην θάλασσα

Περπατούσαν αγκαλιά και ο άντρας δεν σταματούσε να  φιλάει την κοπελιά μέσα στο σκοτάδι

Κάποια  στιγμή τα ουρλιαχτά της  τον κάνανε να σταματήσει και να σηκώσει  το βλέμμα

Μπροστά τους κείτονταν  ένα  πτώμα μιας   νεαρής γυναίκας


Ήταν το  9ο  πτώμα άγρια  δολοφονημένης  γυναίκας που  βρίσκαν στις παρυφές  του μαχαλά

Ο επιθεωρητής Βικέντιος   απλά  έκανε καταγραφή με τους άντρες  του

Όσο  τα  θύματα παρέμεναν  μέλη  της προσφυγογειτονιάς  δεν έδειχνε κανένα ιδιαίτερο ζήλο όχι να   βρει τον δολοφόνο αλλά ούτε καν να   βάλει περιπολίες  στο συγκεκριμένο  σημείο που  είχαν διαπραχθεί


Οι  δουλειές   για τον Δήμο και την συμμορία του πηγαίναν  καλά

Ο αδερφός του ο Λευθέρης είχε καταφέρει να ελέξει την φυλακή και  η συμμορία του   την πόλη

Το πρωί   καθόταν στο καφενείο  και έπινε  το καφεδάκι του όταν εμφανίστηκε  μπροστά του ο Μάνος

-Έχω μήνυμα απ τον Λευθέρη, του είπε

-Παναθεμά σε και σένα και αυτόν. Να μην πιώ τον καφέ μου;

Ο Μάνος έκατσε στο τραπέζι και   του  είπε

-Ζητά να  βρούμε εμείς τον φονιά

-Ποιον φονιά;

-Ποιον  φονιά; Που ζεις ρε Δήμο; 9 γυναίκες  σκοτώθηκαν  άδικα απ αυτόν τον τρελάρα

-Το  ανέλαβε ο Βικέντιος

-Ο  Βικέντιος  πιο πολύ νοιάζεται να   μαζέψει εμάς για να  ανοίξει τον  χώρο  για  να κάνουν δουλειές οι δικοί του παρά να  βρει τον  δολοφόνο

-Και μεις τι είμαστε ; αστυνομία; Δεν το καταλαβαίνω. Τι έπαθε ο Λευθέρης;  Τον χάζεψε  η φυλακή;

-Έχουμε  ευθύνη είπε απέναντι στην κοινότητα. Χρωστάμε στον κόσμο του μαχαλά

Ο Δήμος τον κοίταξε στα μάτια

-Και τι  θα κάνουμε; Πως θα τον πιάσουμε; Και αν τον πιάσουμε τι θα τον κάνουμε;

Ο Δήμος τον κοίταξε με νόημα που σήμαινε πως  οι εντολές του Λευθέρη  ήταν να μην τον αφήσουν να ζήσει

Ο  Λευθέρη ξεφύσησε

Εκείνη την ώρα μπήκε στο καφενείο ο Μελέτης, ένας τραπεζικός υπάλληλος του μαχαλά.

Πήγε κάθισε  μόνος του  σε ένα  τραπεζάκ και παρήγγειλε  ούζο

-Αυτός  τι έχει;  ρώτησε ο Μάνος

-Δουλεύει στην τράπεζα. Με τις γνώσεις που έχει    δύσκολα δεν θα τον παίρναν

-Και τα τσούζει  απ τις 9 το πρωί;

-Ξεχνάς τι πέρασε  πίσω στην πατρίδα; Μπροστά στα μάτια του  σφάξανε την γυναίκα  του τότε.

-Κάτι θυμάμαι . Μικρά παιδάκια είμασταν τότε. Πολύ κακό  βρήκε   πολλούς τότε

-Όλους μας  βρήκε το κακό. Κάποιοι όμως χάσαν  πολύ περισσότερα απ όσα θα μπορούσαν να αντέξουν

-Δεν ήταν  από χωριό αυτός ε;

-Όχι  , στην πόλη καθηγητής παρακαλώ στη σχολή της  Μητρόπολης

-Ήταν καλά  φτιαγμένος  τότε

-Πολύ καλά και με  άκρες σε  πρεσβείες

-Αυτοί  ρε  κατάφερναν να   γλιτώσουν πρώτοι πρώτοι

-Αυτόν τον πούλησαν και ο άγγλος και ο  αμερικάνος και ο  γάλλος

-Και  περάσαν τόσα χρόνια μόνο του τον βλέπω

-Δεν ξαναπαντρεύτηκε. Ζει σε μια καλύβα μόνος  του. Ούτε φίλους έχει , ούτε καμιά  γυναίκα  ξαναβρήκε

-Κλείστηκε στον εαυτό του. Τον βλέπω. Πάντα ευγενικός με την "καλημέρα' του αλλά  ως εκεί

-Βγάζει σχετικά καλά  λεφτά στην τράπεζα. Βασικά   πολύ καλύτερα απ οποιονδήποτε άλλον εδώ πέρα. Και  απ ότι με είπε η Ελευθερία  βοηθά όπου δει ανάγκη.

-Ξέρει η μαύρη και δεν ξέρουμε εμείς;

-Γυναίκες  ρε φίλε. Το μάτι του  τα πιάνει όλα

-Και το αυτί τους


Ο Μελέτης κατέβασε  γρήγορα την πρώτη του γουλιά απ το ούζο του και σηκώθηκε

Πληισίασε  το τραπέζι τους και κοντοστάθηκε

-Καλημέρα σας κύριοι. Μπορώ να καθίσω;

Οι  δυο  φίλοι  κοιταχτήκαν.

Ο Μάνος  τράβηξε  έξω μια καρέκλα και του κάνε νόημα

-Βεβαίως κύριε Μελέτη , του είπε

Ο  Μελέτης κάθισε και κοίταξε τον  Δήμο

-Τι κάνει ο  Λευθέρης; τον ρώτησε

-Οι  4 τοίχοι είναι πάντα μια δύσκολη κατάσταση

-Ειδικά για ελεύθερα πνεύματα σαν τον αδερφό σου, μονολόγησε ο  Μελέτης

-Θα επιβιώσει. Είναι σκληρός  άνθρωπος ο Λευθέρης, απάντησε ο  Δημος

-Σκληρό και δίκαιο όμως παιδί, απάντησε ο  Μελέτης

-Γνωρίζεσται  καλά κύριε Μελέτη;

-Ήμουν  νέος καθηγητής  πίσω στην  πατρίδα  όταν μου τον είχε φέρει ο πατέρας σας- θεός  σχωρέστον- στο σχολείο. Τον είχα μαθητή για  5 χρόνια. Μετά οι δουλειές  του  χωραφιού και τα ζώα είχαν απαιτήσεις και το παιδί δεν μπόρεσε να συνεχίσει

Αν συνέχιζε  σήμερα θα ταν επιστήμονας

-Σας εσάς;  ρώτησε ο Μάνος

-Σαν εμένα, τρομάρα μου, μονολόγησε ο  Μελέτης και συνέχισε  κοιτώντας τους, θέλω αν μου επιτρέπεται να σας δώσω μια συμβουλή. Με κάθε  σεβασμό προς τα πρόσωπα σας

-Φυσικά κύριε Μελέτη, απάντησε ο Δήμος , εσείς σεβασμό σε  εμάς; εμείς τι να πούμε για  εσάς. Κανονικά από ντροπή ούτε στα μάτια δεν θα έπρεπε να σας κοιτάμε

-Είστε νέοι. Έχετε περιθώρια. Τα χρόνια που ήρθαν για εμάς είναι δύσκολα όμως  η νεότητα σας  , σας δίνει  τα περιθώρια να  παλέψετε  για ένα καλό μέλλον. Οι σειρήνες τριγύρω  που συναντάμε στην ζωή  είναι πολλές. Το κάλεσμα τους θελκτικό

Υπόσχονται εύκολο πλουτισμό και μια καλή ζωή όμως πάντα το τίμημα θα ναι βαρύ

Οι  δυο  φίλοι κοιτάχτηκαν καχύποπτα μιας και ο  Μελέτης  τους  απεκάλυπτε πως   γνώριζε  και κριτίκαρε την παράνομη ζωή που είχαν  διαλέξει

-Δεν θέλω να παρεξηγήσετε τα  λόγια μου

Αν  η συμβουλή μου έχει κάποια αξία  θα  πρότεινα να αλλάξετε  τρόπο  ζωής όσο είναι ακόμη  νωρίς

Πριν  βουλιάξεται  βαθιά μέσα σε αυτή την κινούμενη  άμμο  που φτιάξαν τριγύρω μας και δεν  θα μπορείτε να βγείτε αργότερα όσο και αν  παλεύεται 

Και ίσως να  σιχαθείτε  και τον ίδιο σας τον εαυτό

-Με όλο τον σεβασμό κύριε Μελέτη  νομίζω πως ο καθένας  είναι ελεύθερος  να καθορίσει την δική του στράτα

Ο Μελέτης κούνησε  το κεφάλι του  κοιτώντας στο πάτωμα και μονολογώντας

-Και όπου τον βγάλει 

Μετά σηκώθηκε και τράβηξε προς  το τραπεζάκι του να συνεχίσει το μεθύσι του

-Τι ήταν αυτό τώρα;  ψιθίρισε ο Μάνος

-Δεν ξέρω  ρε σύ  και δεν με νοιάζει. Κάτσε να σκεφτούμε τι θα κάνουμε  με τον τρελάρα που μας φόρτωσε ο  Λευθέρης.

Πρέπει να σκεφτούμε ένα σχέδιο


Το  βράδυ  στην καλύβα του Μάνου είχε μαζευτεί όλη η συμμορία μαζί και με την Ελευθερία

-Σκέφτηκα κάτι, είπε η  μαύρη πρώην σκλάβα, όμως πρέπει να μείνει  εδώ, ανάμεσα μας αν  θέλουμε να πετύχει  το  σχέδιο

Οι γυναίκες στον μαχαλά  μιλάνε πολύ  και αν διαρρεύσει το σχέδιο μου θα το μάθει μέχρι και ο δολοφόνος

-Τι έχεις στο μυαλό σου;  ρώτησε ο Δήμος

-Να  γίνω εγώ το θύμα 

-Αποκλείετε

-Και να του στήσουμε ένα  δίχτυ στο οποίο  θα πέσει μέσα

-Είπα  αποκλείετε

-Γιατί Δήμο;

-Γιατί  είναι επικίνδυνο και θα κινδυνέψεις

-Είναι η μόνη λύση. Στις φυτείες οι  επιστάτες κάνανε έναν  κύκλο  τριγύρω μας. Αν κάποιος επιχειρούσε να δραπετεύσει  έπεφτε πάνω τους. Αυτό θα κάνετε και σεις. Θα  είστε κυκλικά κρυμμένοι και θα παρακολουθείτε κάθε κίνηση μου όσο εγώ  αμέριμνα θα προκαλώ να εμφανιστεί ο φονιάς

-Όχι, είπε προστακτικά  ο Δήμος

-Δήμο;  πήρε τον λόγο ο Μάνος, κάτω  στην πόλη  η παρέα  του  Βλάσση σαν να τους άνοιξε η όρεξη και οι  γλώσσες λένε πως τους στηρίζει οικονομικά ο Ολλανδός

Από μέρα σε μέρα θα κάνουν κίνηση και αν κάνουν κίνηση θα επιχειρήσουν να μας πάρουν τις δουλειές. Αρχικά απ τα κέντρα διασκεδάσεως

Ο Ολλανδός έπαθε ζημιά   μεγάλη όταν βγάλαμε τον Βλάχο και τους  δικούς του απ την  πόλη και  είναι θέμα  χρόνου να επανέλθει

-Και λοιπόν;

-Απ την άλλη  ο Λευθέρης μας ζήτησε να   βρούμε εμείς τον φονιά

Δυο καρπούζια σε μια μασχάλη  δεν μπορούμε να κρατήσουμε

Πρέπει να ξεμπερδέψουμε  με τον τρελάρα  της γειτονιάς  προτού κάνουν κίνηση  οι Βλάσηδες

-Και δέχεσαι να  θέσουμε  σε κίνδυνο την ζωή της Ελευθερίας;

Ο  Μάνος  έβγαλε απ την τσέπη του το πιστόλι του

-Πλέον έχουμε πιστόλια. όλοι μας

Ο τρελάρας απ όσο ξέρουμε μέχρι τώρα επιτίθεται στις γυναίκες, τους σκίζει τα ρούχα  και μετά τις μαχαιρώνει

Μου λες  είμαστε  τόσο  βλάκες  που   5 άντρες εδώ μέσα  δεν θα προλάβουμε να  κάνουμε καλά αυτό τον μαλάκα;

Ο Δήμος έκατσε σκεφτικός

Η  Ελευθερία έφερε το χέρι της στον ώμο του και τον αγκάλιασε 

-Αγάπη μου μπορώ να χω και γω κρυμμένο στις  φυλλωσιές  κοντά στην εγκαταλελειμμένη  καλύβα ένα πιστόλι. Αν δεν προλάβεται  εσείς  σίγουρα θα προλάβω  εγώ

-Δεν φοβάσαι;  την ρώτησε

-Η μια απ τις κοπέλες  που σκότωσε ήταν φίλη μου. Νομίζω της το χρωστάω

Όλοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους

-Είμαστε 5 και είσαι ένας  Δήμο, του πε ο Μάνος

Ο  Δήμος  τους κοίταξε  όλους και  ξεφώνισε

-Γαμώ τον Λευθέρη και τις κοινωνικές τους ευαισθησίες. Πάμε να το κάνουμε να τελειώνουμε



Για  αρκετά βράδια και ως το ξημέρωμα  η  Ελευθερία  κινούσε   προς  τις παρυφές του μαχαλά. Έφτανε ως το  έρημο καλυβάκι κοντά στην θάλασσα και εκεί έβγαζε τα ρούχα της. Ξάπλωνε γυμνή στην αμμουδιά και περίμενε







Οι  φίλοι της ήταν διασκορπισμένοι τριγύρω και περιμέναν να εμφανιστεί ο κατά συρροήν δολοφόνος

Το 5ο βράδυ  που  βρισκόταν στο σημείο ολόγυμνη κάτω απ το  φεγγάρι μια σκιά  εμφανίστηκε μέσα στις φυλλωσιές

Κοίταξε προς το σημείο η Ελευθερία και με  λάγνα  πρόστυχη φωνή  είπε

-Ποιος είσαι; Δεν σε ντρέπομαι μην φοβάσαι. Πλησίασε

Η σιλουέτα βγήκε μέσα απ τις καλαμιές

Στο ένα χέρι  της  γυάλιζε  υπό το φως του φεγγαριού  το μαχαίρι που κρατούσε

Η  Ελευεθερία  σηκώθηκε και στάθηκε ολόγυμνη μπροστά του

Μερικά βήματα ακόμη και  η σιλουέτα  ήταν σε απόσταση αναπνοής απ την  γυναίκα

Η Ελευθερία του χαμογέλασε

Δεν έμοιαζε να  φοβάται και αυτό  προς στιγμήν  παραξένεψε τον  μυστηριώδη άντρα. Αποφάσισε να σηκώσει το μαχαίρι και να το μπήξει μέσα της

Ο  Δήμος  πετάχτηκε απ τις φυλλωσιές  έτρεξε προς το μέρος του και  από πίσω εξ επαφής αφού  ακούμπησε  την κάνη του πιστολιού του  στο κρανίο  του πάτησε  μια φορά την σκανδάλη

Η σιλουέτα σωριάστηκε και κύλησε  ως την αμμουδιά στο σημείο που έσκαγε το κύμα

Ο Μάνος με τους υπόλοιπους βγήκαν απ τις κρυψώνες του και προχώρησαν όλοι μαζί προς τον  δολοφόνο που κείτονταν μπρούμητα

Ο Δήμος τον πλησίασε και τον γύρισε ανάσκελα

Όλοι αντίκρισα  το  νεκρό  πρόσωπο του Μελέτη

Ο Δήμος  τους κοίταξε όλους απορημένος

-Ο κύριος Μελέτης, αναρωτήθηκε

Ο Μάνος  μετά από μερικές στιγμές πήρε τον λόγο

-Ένας άνθρωπος που σε μια στιγμή του  τα πήραν όλα

Το μυαλό του τελικά δεν μπόρεσε να το αντέξει και  ποιος ξέρει σε τι μονοπάτια  τον οδήγησε η απόγνωση μιας ζωής  που  δεν του φέρθηκε καλά; μετά κοίταξε τους υπόλοιπους, αυτός ο άνθρωπος ήταν  απ τους καλύτερους μας  όμως αυτά που συνέβησαν πίσω στην πατρίδα θα μας  απασχολούν  για πολύ καιρό και θα καθορίζουν το μέλλον το δικό μας και των  παιδιών μας

Η Ελευθερία στεκόταν σαστισμένη

-Δυο άτομα  μες  αγκάλιασαν και μου φέρθηκαν  με αλληλεγγύη  όταν πρωτοήρθα φοβισμένη στον μαχαλά σας. Το ένα ήταν μια  φίλη μου και μετέπειτα  θύμα του, το δεύτερο ήταν ο κύριος Μελέτης, μετά κοίταξε τον  Δήμο, έτσι άδικη ήταν πάντα  η ζωή ακόμη και  για αυτούς που δεν κουβαλάνε αλυσίδες;

-Εμείς σπάμε τις εξωτερικές μας αλυσίδες όπως φαίνεται και  αυτοί μας  φτιάχνουν άλλες μέσα μας. Οι  δεύτερες φαντάζομαι σπάνε πιο δύσκολα, μονολόγησε ο Δήμος και  γύρισε την πλάτη του  φωνάζοντας, πάμε. Ο Ολλανδός και οι Βλάσηδες  δεν θα μας περιμένουν...περπάτησε πιο γρήγορα απ τους άλους και χωρίς να τον βλέπουν  σκούπισε  τα δάκρυα του



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

inside the flames of freedoms passion

welcome to mediterenean